- Κατηγορία Θέματα Τοπικής Ιστορίας
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
Πεντζίκης – Σεφέρης
50 χρόνια από την επίσκεψη σε Βέροια και Νάουσα
Ο Ρ. Μπήτον στην ογκώδη βιογραφία που συνέταξε για τον Σεφέρη σημειώνει ότι η επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη έγινε αιτία συνάντησης, ή μάλλον ανανέωσης της γνωριμίας του, «με έναν από τους πιο διακεκριμένους λογοτέχνες της, τον πεζογράφο και ποιητή Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη».
Προς επίρρωση των λεγομένων του, την επόμενη μέρα, Παρασκευή του Ακαθίστου Ύμνου, 17 Απριλίου 1964, οι δύο άνδρες, μαζί με τον φιλόλογο και μετέπειτα καθηγητή της Φιλοσοφικής Γ. Π. Σαββίδη, πραγματοποίησαν εκδρομή στη Νάουσα και στη Βέροια (…)
(…) Το σημαντικό γεγονός της εκδρομής είναι η επίσκεψή τους στις εκκλησίες της Βέροιας, την οποία περιγράφει ο θεσσαλονικιός λογοτέχνης και φαρμακοποιός, πάλιν και πολλάκις. Όπως σημειώνει, στη μεν πρώτη, των Αγίων Κηρύκου καιΙουλίττας, είδαν έναν ορνιθώνα στον αύλειο χώρο, πίσω από το ιερό, ενώ στην άλλη, την Παναγία Βαγγελίστρα, με τις μαυρισμένες από την κάπνα τοιχογραφίες, βρήκαν φυλαγμένα εντός της άχρηστα ξύλα, κρεμμύδια, λεμόνια κ.α.
Εξομολογούμενος ο Πεντζίκης το γεγονός στον ποιητή και συγγραφέα Θανάση Γεωργιάδη επισημαίνει: «Ο Σεφέρης δυσανασχέτησε». Είπε «σας παρακαλώ...». Έκανε «ότι ζαλίστηκε, ότι έχασε το χρώμα του και τα λοιπά. Πάμε να πάρουμε ένα αναψυκτικό; πρότεινε. Πήγαμε «στην Ελιά, το κέντρο, και πήραμε αναψυκτικό».
Διαβάζοντας για την αντίδραση του ποιητή έρχεται στο νου μας ο λόγος της αδελφής του, Ιωάννας Τσάτσου, για τα έτη 1924-1925, όταν ο Σεφέρης βρισκόταν στο Παρίσι και εκείνη υποστηρίζει ότι αποτέλεσαν «το θεμέλιο όλης της υφής του». Ο ίδιος ο Πεντζίκης σημειώνει για τον Σεφέρη ότι «δεν έχει μυστικιστικό υπόβαθρο» και έτσι «επανέρχεται όλο στα ίδια, με τις πάγιες, ευρωπαϊκού τύπου, ιδέες του», χωρίς τη γνώση τηςφθαρτότητας, που μεταμορφώνεται με την Ευχαριστία σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Οπότε, προφανώς, η ταραχή, του στη Βέροια οφειλόταν στη σύγκριση που έκανε μεταξύ των ναών του δυτικού κόσμου και στην κατάσταση βυζαντινών εκκλησιών της πόλης.
Στις «Σημειώσεις Εκατό Ημερών» ο θεσσαλονικιός συγγραφέας σημειώνει: «Ο ποιητής που επισκέφθηκε τα πέριξ εκκλησάκια, άλλα με στέγη τρύπια, άλλα γεμάτα με καυσόξυλα αποθηκευμένα, δεν ήξερε πού να σταθεί ώστε να μπορέσει να διακρίνει τα τυχόν διασωζόμενα τμήματα τοιχογραφιών, βρωμισμένα από την κάπνα και τη σκόνη, στον χώρο που βρίσκεται πέραν του αισθητικού και του ωραίου. Έξω από την κόγχη του ιερού, όπου η γραφική ένθεση των πλίνθων σχηματίζει τα αρχικά της φράσης Ιησούς
Χριστός νικά, υπονοουμένης της παλλαϊκώς γνωστής συνέχειας κι όλα τα κακά σκορπά, βλέποντας εγκατεστημένο ένα κουμάσι με όρνιθες, ένιωσε να τον συντρίβει η φθορά και βιαστικά απομακρύνθηκε». Στην τελευταία χρονολογικά συνέντευξη του Πεντζίκη, που αναφέρεται στην αντίδραση τού Σεφέρη και κατέγραψε ο Κώστας Κουρούδης, σημειώνεται: «Να σας πω την ιστορία με τον Σεφέρη», λέει. «Ήρθε και τον ξενάγησα στα μνημεία της Βέροιας, τα οποία εκτιμώ πάρα πολύ, βέβαια δεν πήγαμε πέρα από τον Αλιάκμονα, παρά μόνο μέσα στην πόλη. Τον πήγα στην Παναγία τη Βλαχέρνα, μια εκκλησία όπου οι τοιχογραφίες σώζονταν μαυρισμένες και μερικές ξεχώριζαν μ’ έναν περίγυρο από ασβέστη. Αυτή χρησίμευε ως αποθήκη άχρηστης ξυλείας, μέχρι που είδαμε και ένα σπασμένο καθίκι, δοχείο νυκτός. Ήταν μέσα στη συνοικία της Μουταλάσκης, στην οποία κατοικούσαν πρόσφυγες εκ της Καππαδοκίας. Έπειτα είδαμε σ’ ένα ιερό οι κάτοικοι του τουρκοσυνοικισμού να επωφελούνται βάζοντας ένα συρματόπλεγμα, που το στήριζαν σε ξύλα, για να κλείνουν μέσα τις όρνιθες. Αυτές οι αντιθέσεις τον στεναχώρησαν και μου λέει: Δεν αισθάνομαι πάρα πολύ καλά, πάμε να πιούμε ένα αναψυκτικό. Αυτή είναι η ολίγη αντοχή των ανθρώπων του κόσμου. Αμέσως παραπονιούνται, δεν μπορούν να στενοχωρηθούν, άμα βρουν κάτι που δεν ταιριάζει με την ηθική τους αντίληψη. Πάλη ανθρώπινη, καταλάβατε!».
Απόσπασμα από άρθρο του Τάσου Πολυχρονιάδη στην εφημερίδα Μακεδονία 13-4-2014