- Γράφτηκε από Γιώργος Λιόλιος
- Κατηγορία Θέματα Τοπικής Ιστορίας
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
Ο Βασίλης Τσιτσάνης στην κατοχική Βέροια
Ήταν 17 Ιανουαρίου (ανήμερα του πολιούχου της πόλης Αγ. Αντωνίου) το 1943, όταν ο Βασίλης Τσιτσάνης (σχετικά γνωστός στην πιάτσα) τραγουδούσε στο κέντρο "Αναγέννηση" της Βέροιας του Σούλη Βαρακλή. Κοιμόταν στο ξενοδοχείο από πάνω, στο μονόκλινο δωμάτιο 4.
Το στόρυ έχει ως εξής: Τον Ιανουάριο του 1943 ήρθε στη Βέροια για δυο μέρες ο Βασίλης Τσιτσάνης. Ήταν παραμονές της γιορτής του πολιούχου της πόλης Αγ. Αντωνίου, τον οποίο οι Βεροιώτες τιμούσαν πάντα με ολοήμερη αργία.
Αν και οι πρώτοι πυρήνες του ΕΑΜ ΕΛΑΣ κάνουν την εμφάνιση τους και στην πόλη και οι Γερμανοί ανησυχούν, ωστόσο τα σκληρά μέτρα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε εφαρμογή. Έτσι οι Βεροιώτες βρίσκουν κατά διαστήματα διέξοδο σε διασκεδάσεις σε φιλικό ή επαγγελματικό κύκλο, ενώ κάποιοι τολμούν να οργανώνουν και χοροεσπερίδες. Σε μια τέτοια εορταστική εκδήλωση κλήθηκε ο Τσιτσάνης, που δεν είχε ακόμη εξελιχθεί σε φίρμα, το όνομα του όμως "περπατούσε" στην πιάτσα της Θεσσαλονίκης.
Ο ιδιοκτήτης του καφενείου "Αναγέννηση" Κώστας Βαρακλής, συνεπής και προοδευτικός επιχειρηματίας, ανταποκρινόμενος στην επιθυμία των συμπολιτών του, προχώρησε στις σχετικές ενέργειες εξασφαλίζοντας άδεια από τις Αρχές Κατοχής. Έτσι, το μεσημέρι της 17ης Ιανουαρίου καταφθάνουν ο Τσιτσάνης και οι συνεργάτες του στη Βέροια και καταλύουν στο διπλανό ξενοδοχείο του Γρηγόρη Λαφαζάνη. Το απόγευμα, η μικρή ορχήστρα έπρεπε να κάνει πρόβες. Εκεί όμως τους περίμενε μια έκπληξη: Τα ηχεία που ήταν τοποθετημένα πρόχειρα στις μαρμάρινες πλάκες δύο σιδερένιων τραπεζιών δεν μετέδιδαν τον ήχο των μουσικών οργάνων. Φώναξαν ηλεκτρολόγο, ο οποίος αφού ήλεγξε ότι καλώδια και συνδέσεις ήταν ο.κ., σήκωσε τα χέρια ψηλά. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Τότε, κάποιος θυμήθηκε τον Γιάννη τον Ταταρίδη, ηλεκτρολόγος ο οποίος εργαζόταν στον ηλεκτροφωτισμό της Βέροιας, στο "Βέρμιο" του Σωσσίδη. Τον αναζήτησαν στο σπίτι του στην οδό Δήμητρας και άρον-άρον τον πήγαν στην "Αναγέννηση" όπου τον περίμενε με αγωνία ο Τσιτσάνης. Αφού τον ενημέρωσαν για το πρόβλημα, ο Ταταρίδης διέταξε: "Δύο τάβλια". Του κάκου προσπάθησαν να του θυμίσουν το πρόβλημα, αλλά ο κυρ Γιάννης επέμενε: "Φέρτε δύο τάβλια".
Του πήγαν τα τάβλια και ο κυρ Γιάννης τα τοποθέτησε ανάμεσα στο μάρμαρο και στα ηχεία. Έτσι τα ηχεία, τοποθετημένα πάνω στο μονωτικό τάβλι μετέφεραν πλέον τον ήχο ακέραιο.
Η βραδινή χοροεσπερίδα είχε μεγάλη επιτυχία και οι Βεροιώτες έσπευσαν να εξασφαλίσουν την συμμετοχή τους και για την δεύτερη βραδιά. Ήταν του Αγ. Αθανασίου, εορτάσιμη και αυτή. Λίγο όμως πριν αρχίσει η χοροεσπερίδα έφθασαν τα θλιβερά νέα: ο ιδιοκτήτης του κέντρου υπέκυψε αιφνιδίως από καρδιά.
Το παραπάνω κείμενο συντάχθηκε με αυτούσια αποσπάσματα από το βιβλίο του Ορέστη Σιδηρόπουλου, Οδοιπορικό 1935-1955, Βέροια, 2013