- Κατηγορία Θέματα Τοπικής Ιστορίας
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
Του Στέλιου Σβαρνόπουλου
Τα Νικολοβάρβαρα της μνήμης
"Αγιά Βαρβάρα βαρβαρώνει, 'Αγιος Σάββας σαβανώνει κι 'Αγιος Νικόλας παραχώνει"
Τρεις άγιοι γιορτάζουν με τη σειρά κι’ ο λαός τους χαρακτηρίζει με τις πιο απάνθρωπες και σκληρές ιδιότητες. Άγιοι και κακοί γίνονται; Ίσα - ίσα που αυτοί αγαπούν και προστατεύουν τους ανθρώπους. Ωστόσο ο πιο πάνω αφορισμός ακούγεται ακόμα και σήμερα και φαίνεται πως η γέννησή του οφείλεται στην αγριάδα του Δεκέμβρη του παγερού κι’ όχι στην κακία των αγίων της εκκλησίας μας. Κι’ όταν τυχαίνει ο μήνας Δεκέμβριος να’ ναι βροχερός, κρύος και χιονισμένος τόσο πιο πολύ επαληθεύεται η λαϊκή ρήση.
Πραγματικά της Αγίας Βαρβάρας το ξεροβόρι βαρβαρώνει είτε είναι Ολυμπίτης και χιονιάς είτε Καρατζόβας φαρμακερός είτε Βαρδάρης τσουχτερός, που όλα τα γκρεμίζει και τα ξεριζώνει. Κι’ ύστερα το χιόνι πέφτει απανωτό και κλείνει τις στράτες και τα περάσματα τα κοπάδια και τους τζομπαναρέους.
Βαρύς χειμώνας και μακάριοι οι αποδημούντες που δεν θα προλάβουν οι δύσμοιροι τον πυρηνικό πόλεμο οπότε και νεκροί αναστήσονται μετά την συντέλεια του κόσμου...
Υπάρχει όμως και η φυσική και ποιητική ερμηνεία του αφορισμού των τριών αγίων που την δίνει πάλι ο ίδιος ο λαός. Οι άνθρωποι είναι δεμένοι με τη μάννα γης και με τη φύση κι’ εδώ ζητούν και βρίσκουν τις σωστές εξηγήσεις.
Η γης παγώνει, τα σπαρτά και τα δέντρα ζαρώνουν και σκεβρώνουν σαν τους ανθρώπους απ’ το πολύ κρύο, βαρβαρώνουν κι’ αγριεύουν. Ύστερα απλώνεται παντού στα βουνά και στους κάμπους το προστατευτικό κάτασπρο χαλί του χιονιού που μοιάζει σαν απέραντο σάβανο αλλά ζεσταίνει και γλυκαίνει τους σπόρους και τις ρίζες πού’ ναι βαθιά παραχωμένοι.
Έτι και έτι! Στην παλιά την εκκλησιά της πολιτείας μας στην Αγιά Βαρβάρα, προσκυνητές από παντού. Μέσα στο ναό πιστοί, σεβάσμιοι ιερείς, καλλίφωνοι ψάλτες υμνούν τη δόξα Κυρίου και τιμούν την μνήμη της Αγίας με λιβανωτό και αγιοκέρια και έξω στην αυλή της εκκλησιάς οι μάννες τριγυρίζουν τα παιδάκια τους γύρω απ’ τη μουριά να γιατρευτούν τα πονεμένα ποδαράκια τους. Στο νάρθηκα κάθεται φρόνιμος ο ροδομάγουλος μόνιμος ένοικος Δημοσθενάκης και δεν τραγουδάει σήμερα τα ντέρτια και τα βάσανα όλου του κόσμου. Και δίπλα η θεόρατη αγάπη όλων των παιδιών της παλιάς πολιτείας η πανύψηλη κακαβιά με τους γλυκούς και νόστιμους καρπούς της. Παλιό προσκυνητάρι της Βέροιας, σήμερα μόνο ανάμνηση γλυκειά των παιδικών μας χρόνων. Της γειτονιάς τα σπίτια καλοστολισμένα γιορτινά κι’ όλα έχουν προσκύνημα για της γειτονιάς τη χάρη.
Στον Άγιο Σάββα άλλο προσκύνημα με το ίδιο κι’ απαράλλαχτο σκηνικό κι’ όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Κακοσοΰλι.
Λάμπει η μεγάλη καντήλα στην πόρτα του γείτονα Αη-Νικόλα (κάθε γειτονιά κι’ Αη-Νικόλας στη Βέροια) και μέσα φέγγουν τα κεριά στην απλόχωρη εκκλησιά. Όλοι μικροί - μεγάλοι προσκυνούν και πιο πολύ τα γειτονόπουλα. Ήταν των παιγνιδιών μας ο τόπος ο Άγιος-Νικόλας. Τα στενά δρομάκια του γύρω-γύρω, η βρύση με τη στέρνα στην αυλή του και τη θεόρατη καρυδιά. Εκεί ξαποσταίναμε από του παιγνιδιού τον κάματο, εκεί παίζαμε τα ζεστά καλοκαίρια με το δροσερό νερό και τις πιο δροσάτες γειτονοπούλες που όλο τις περιλούζαμε κι’ όλο οι μαννάδες ανασκουμπωμένες μας κυνηγούσαν τους τουρκανάκατους...
Εκεί και η απλόχωρη αλάνα με την κληματαριά της την θειά-Μαρούσια ίδια πρωταγωνίστρια αρχαίας τραγωδίας και τον παλιό Μακεδονομάχο τον παππού- Γκελίρη που δεν εννοούσε ποτές να βγάλει την πολεμική λερή του φου- στανέλλα.
Στης εκκλησιάς τα μαρμάρινα σκαλιά καθισμένες τα δειλινά της γειτονιάς οι αρχόντισσες λέγανε ασταμάτητα τα ίδια και τα ίδια ώσπου ο ουρανός αστέρωνε και αχνόφεγγε.
Παραμονή του Άγιου-Νικόλα κι’ έρχονται ατέλειωτοι οι άρτοι, το λάδι και το νάμα να διαβαστούν στην εκκλησιά βαλμένοι με ευλάβεια στ’ ασπροντυμένα τα πανέρια. Να δίνει δύναμη υγεία και προκοπή ο Άγιος σ’ όλους τους συνονόματους Νικολάδες.
Κι’ ύστερα συν-δυο συν-τρεις παρέες - παρέες οι βίζιτες στα σπίτια που έχουν όνομα. Και πού να τους προλάβεις όλους. Γι’ αυτό στην Βέροια οι ονομαστικές γιορτές κρατούσαν σαράντα μέρες. Έπρεπε σ’ όλους να πάμε να τους πούμε τις ευχές μας και τα σ’ έτη πολλά.
Στέλιος Σβαρνόπουλος Πατριδογνωσία της Βέροιας, Τόποι - άνθρωποι - συνήθειες - λαϊκή σοφία,Βέροια, 1984, 70-71.