Χριστούγεννα (Β. Πετρούνια)
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
— «Απόψε εγεννήθηκε ό Χριστός», τιτιβίζουν τα σπουργίτια και πετούν στα δένδρα του περιβολιού.
— «Να τα πούμε;» Ερωτούν.
— «Τα είπαν άλλοι!» απαντούν τα δένδρα κινώντας τα γυμνά κλαδιά των. «Είδαμε και το χριστουγεννιάτικο δένδρο, που εκουβάλησαν στο σπίτι».
— «Ναι, μα εμείς είδαμε πολύ περισσότερα», λέγουν τα σπουργιτάκια.
Και αλήθεια, τα σπουργίτια, καθώς είναι πάντα περίεργα, είχαν καθίσει το απόγευμα στην άκρη των κεραμιδιών του αντικρινού σπιτιού και από εκεί είχαν ιδεί μέσα στη σάλα τις ετοιμασίες που εγίνοντο.
— «Το είδαμε και το χριστουγεννιάτικο δένδρο», εξακολούθησαν να λέγουν, «άλλα παρ’ ολίγο να μη το γνωρίσουμε. Ήτο σκεπασμένο από στολίδια, πολλά πολλά κεράκια, χρυσές και ασημένιες κορδέλες, παιχνίδια φανταχτερά, μήλα, καρύδια και άλλους καρπούς διπλωμένους σε χρυσόχαρτα».
—«Τί ωραίο που θα είναι!» είπαν οι θάμνοι. και αναστέναξαν καθώς είδαν τα δικά των κλαριά, που ήσαν δίχως φύλλα και λουλούδια.
Και η μικρούλα μηλιά εσυλλογίσθηκε με μελαγχολία την ωραία εποχή, που είχε άνθη και κόκκινα μήλα.
— «"Ίσως να είναι από τα μήλα μου αυτά πού κρέμονται τώρα στο Χριστουγεννιάτικο δένδρο», είπε.
Αυτό αλήθεια δεν το ήξεραν τα σπουργιτάκια, ήξεραν όμως άλλα πολλά.
— «Ό Κωστάκης θα πάρη ένα ωραίο βιβλίο για δώρο», έλεγαν. «Και η Ελενίτσα θα πάρη μιαν ωραία κούκλα. Ό Γιαννάκης μια σφυρικτρα και ένα τόπι. "Ένα ωραίο μεταξωτό σάλι για τη γιαγιά, να μην κρυώνη. Τί ωραία πού θα είναι το βράδυ, την ώρα πού θα ανάψουν τα κεράκια του δένδρου και όλη η αίθουσα θα λάμψη».
—«Ναι, εσείς τα βλέπετε όλα», εμουρμούρισε ή χονδρή συκιά, που ήτο σε μιαν άκρη του περιβολιού και τα κλαδιά της δίχως φύλλα εστέκοντο σαν λυπημένα. «Εμείς ούτε κανένα Χριστουγεννιάτικο δώρο θα έχωμε, ούτε και καμιά ζεστή και ωραία φωτισμένη αίθουσα βλέπομε. "Αχ, να είχα πτερά να επετούσα!» είπε και αναστέναξε ή χονδρή συκιά.
Τα σπουργιτάκια έβαλαν τα γέλια. Αλήθεια, πολύ αστείο θα ήτο να ιδή κανείς τη χονδρή συκιά να βγη με όλη τη ρίζα της και να πετάξει.
Και φρρρ επτερούγισαν τιτιβίζοντας πάλι στα κεραμίδια τού αντικρινού σπιτιού, γεμάτα περιέργεια να ιδούν και να ακούσουν.
Β. Πετρούνια, Παιδικές ιστορίες (Αναγνωστικό Β΄ Δημοτικού), Αθήνα, 1938, 77-78